- πιθίας
- και δ. γρφ. πιθείας, ὁ, Ακομήτης με σχήμα πίθου.[ΕΤΥΜΟΛ. < πίθος «πιθάρι» + επίθημα -ιας(πρβλ. οροφ-ίας)].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
πιθίας — πιθίᾱς , πιθίας jar shaped comet masc acc pl πιθίᾱς , πιθίας jar shaped comet masc nom sg (attic epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πίθος — I Δήμος της αρχαίας Αττικής, που πιθανόν να βρισκόταν κοντά στην Κηφισιά. Ο δημότης του ονομαζόταν Πιθεύς ή Πιθεεύς. II Μικρός πεδινός οικισμός (υψόμ. 60 μ.), στην πρώην επαρχία Κερκύρας, του ομώνυμου νομού. Υπάγεται διοικητικά στο Δήμο Θιναλείου … Dictionary of Greek
πιθίτης — ὁ, Α 1. αυτός που έχει σχήμα πίθου 2. φρ. «πιθίτης κομήτης» ο πιθίας*. [ΕΤΥΜΟΛ. < πίθος «πιθάρι» + επίθημα ίτης (πρβλ. σελην ίτης)] … Dictionary of Greek
πιθείας — ὁ, Α βλ. πιθίας … Dictionary of Greek
πιθιοδείκτης — ὁ, Μ (για τον θεό) αυτός που δείχνει τη βουλή του, τη θέλησή του με τον κομήτη πιθία. [ΕΤΥΜΟΛ. < πιθίας + δείκτης (< δείκνυμι)] … Dictionary of Greek
πιθίου — πίθιον neut gen sg πιθίας jar shaped comet masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)